Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 2024

Ενύπνιο

 Σε είδα στον ύπνο μου.


Ήμουν με φίλους σ' έναν χώρο άπλετο, υπαίθριο, κόσμος πολύς και δρώμενα, μια συναυλία, ένα θέαμα... Βράδιαζε κι ήταν γλυκά, σαν άρωμα από γιασεμιά και σα μακρινή αρμύρα. Ξάφνου κατάλαβα πώς πήγαινε ώρα που δεν είχα δει την Ε. Σκέφτηκα πως θα είχε φύγει, γιατί ήταν αργά, είχε νυχτώσει πια και θα ήταν κουρασμένη, θα 'πρεπε να γυρίσει σπίτι να ξεκουραστεί, θα είχε δουλειά... Ωστόσο σηκώθηκα, άφησα τους φίλους κι άρχισα να κοιτάζω γύρω. Και τότε την είδα λίγο πιο πέρα. Είχε αλλάξει ρούχα, φορούσε ένα σύνολο πρωτότυπο, μοντέρνο και κομψό, μπλούζα και παντελόνι από ύφασμα χυτό, σαν μεταξένιο, με πολύχρωμο σχέδιο. Και δίπλα της ήσουν εσύ.

Σκέφτηκα να φύγω, μα ήθελα να τη δω. Κι άλλωστε κάτι με καθήλωσε στη θέση μου. Την κοιτούσα, σας κοιτούσα, σε κοιτούσα μαγνητισμένη. Τότε εκείνη με είδε και στράφηκε προς το μέρος μου. Και στράφηκες κι εσύ.

Και δεκαπέντε χρόνια ακαμψίας έλιωσαν μονομιάς. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Ήξερα πως δεν είχα ξεχάσει. Πώς θα μπορούσα; Αλλά και πώς θα μπορούσα να θυμάμαι;
Στήλη άλατος, με βλέμμα πυρωμένο, σε περίμενα.

Χαμογέλασες ελαφρά, με εκείνο το μικρό, αδιόρατο χαμόγελό σου, και άρχισες να έρχεσαι προς το μέρος μου, με την Ε. ένα βήμα πίσω σου. Τότε ξεκόλλησα και μπήκε το μυαλό σε κίνηση. Προχώρησα κι εγώ, χαμογελαστή, ψύχραιμη, αγέρωχη, με το στομάχι κόμπο. Το βλέμμα σου ήταν καρφωμένο πάνω μου, το βλέμμα μου στρεφόταν όλο προς την Ελένη και πεταχτά μονάχα προς τα εσένα. Όταν φτάσαμε κοντά ο ένας στον άλλο, έκανα μισό βηματάκι δεξιά και βρέθηκα σε ίση απόσταση από τους δυο σας. Εσύ προπορευόσουν, μα άνοιξα τα χέρια μου να σας αγκαλιάσω και τους δύο.
-Ποιον να πρωτοφιλησω;
Τη φίλησα, φίλησα κι εσένα πεταχτά. Όλα έγιναν αστραπιαία και αφύσικα. Δεν πρόλαβες να δείξεις την αμηχανία σου. Άρχισα να μιλώ για τη βραδιά, για το κομψό της σύνολο, για το πώς νόμιζα ότι είχε φύγει,  για το πόσο καιρό είχαμε να ιδωθουμε όλοι μαζί. Έλεγα πολλά και τίποτα. Εσύ έλεγες τίποτα και πολλά. Εκείνη με κοιτούσε σαν να με έβλεπε για πρώτη φορά. Ίσως για πρώτη φορά να έβλεπε κάτι που δεν είχε ξαναδεί σε μένα.
 
Μιλούσα ώρα, με την ευφράδεια του πανικού, της ψεύτικης άνεσης. Εσύ είπες ίσως δυο τρεις κουβέντες, ήρεμος, συγκρατημένος όπως πάντα. Ένιωθα πως ο δεσμός μας υπήρχε, ήταν πάντα εκεί και ταυτόχρονα για πάντα χαμένος.
 
Βασανισμένη. Νιώθω βασανισμένη.

Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Να μάθεις να φεύγεις

Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών.

Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν.

Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας.

Να φεύγεις !

Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές, μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς.

Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε ενθύμια, ούτε ζακέτες για το δρόμο.

Να τρέχεις μακριά από δήθεν καταφύγια κι ας έχει έξω και χαλάζι.

Να μάθεις να κοιτάς βαθιά στα μάτια όταν λες αντίο κι όχι κάτω ή το άπειρο.

Να εννοείς τις λέξεις σου, μην τις εξευτελίζεις, σε παρακαλώ.

Να μάθεις να κοιτάς την κλεψύδρα, να βλέπεις πως ο χρόνος σου τελείωσε.

Όχι αγκαλιές, γράμματα, αφιερώσεις, κάποτε θα ξανασυναντηθούμε αγάπη μου (όλα τα βράδια και τα τραγούδια δεν θα είναι ποτέ δικά σας).

Αποδέξου το.

Να αποχωρίζεσαι τραγούδια που αγάπησες, μέρη που περπάτησες.

Δεν έχεις τόση περιορισμένη φαντασία όσο νομίζεις.

Μπορείς να φτιάξεις ιστορίες ολοκαίνουριες, με ουρανό κι αλάτι.

Να θυμίζουν λίγο φθινόπωρο, πολύ καλοκαίρι κι εκείνη την απέραντη Άνοιξη.

Να φεύγεις από εκεί που δε σου δίνουν αυτά που χρειάζεσαι.

Από το δυσανάλογο, το μέτριο και το λίγο.

Να απαιτείς αυτό που δίνεις να το παίρνεις πίσω -δεν τους το χρωστάς.

Να μάθεις να σέβεσαι την αγάπη σου, το χρόνο σου και την καρδιά σου.

Μην πιστεύεις αυτά που λένε -η αγάπη δεν είναι ανεξάντλητη, τελειώνει.

Η καρδιά χαλάει, θα τη χτυπάς μια μέρα και δεν θα δουλεύει.

Να καταλάβεις πως οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για τους δειλούς

-οι τρίτες για τους γελοίους.

Μην τρέμεις την αντιστοιχία λέξεων-εννοιών, να ονομάζεις σχέση τη σχέση, την κοροϊδία κοροϊδία.

Να μαλώνεις τον εαυτό σου καμιά φορά που κάθεται και κλαψουρίζει

-σαν μωρό κι εσύ κάθεσαι και του δίνεις γλειφιτζούρι μη και σου στεναχωρηθεί το βυζανιάρικο.

Να μάθεις να ψάχνεις για αγάπες που θυμίζουν Καζαμπλάνκα

- όχι συμβάσεις ορισμένου χρόνου.

Και να μάθεις να φεύγεις από εκεί που ποτέ πραγματικά δεν υπήρξες.

Να φεύγεις κι ας μοιάζει να σου ξεριζώνουν το παιδί από τη μήτρα.

Να φεύγεις από όσα νόμισες γι’ αληθινά, μήπως φτάσεις κάποτε σ’ αυτά.




Μενέλαος Λουντέμης

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Per sempre


Ci sarò per sempre
nei tuoi occhi ovunque
ci sarò con te per sempre
nel dolore anche più grande

ascolterò discreto
tuo complice segreto
ascolterò  nel vento
ogni dolce tuo rimpianto

non importa se poi
sarà un destino amaro
non importa perchè tu sei per me
il bene più caro

non importa se poi
mi cercherai lontano
allungando una mano nel cuore
vicino mi troverai

ci sarò per sempre
in ogni parte ovunque
ci sarò con te per sempre
se qualcuno non ti sente

non importa se poi
sarà un destino amaro
non importa perchè tu sei per me
il bene più caro

non importa se poi
mi cercherai lontano
allungando una mano
nel cuore vicino mi troverai

Ci sarò per sempre
in ogni parte ovunque
ci sarò con te per sempre
se qualcuno non ti sente

non importa se poi
sarà un destino amaro
non importa perchè tu sei per me
il bene più caro

non importa se poi
mi cercherai lontano
allungando una mano
nel cuore vicino mi troverai


Per sempre
http://www.parolesmania.com/

Δευτέρα 9 Αυγούστου 2010

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

μικρότητες

.

Πάνε κάτι μήνες που ο ένας κοινός μας φίλος ήρθε να σε δει. Του είχα ζητήσει να μου φέρει τα βιβλία που σου είχα δώσει. Πέραν τούτου ουδέν - θέλω να πω, ο φίλος δεν ήξερε τίποτα για την όλη ιστορία, ήξερε μόνο για την παλιά φιλία μας.

Τις προάλλες λοιπόν που βγήκαμε για μπύρες, μου μίλησε για σένα και για κείνη, τελείως ανυποψίαστος. Ανεπηρέαστος όπως ήταν, υπήρξε για μένα η ιδανική πηγή πληροφόρησης. Μου μιλούσε για σένα, τον παλιό μας φίλο, γνωρίζοντας μονάχα τη φιλία μας. Δεν φανταζόταν ότι υπήρχε λόγος να μου κρύψει ή να παραποιήσει τίποτε. Δεν του ζήτησα εγώ να μιλήσει, το έκανε μόνος του.

Ήταν η πρώτη αντικειμενική περιγραφή της που άκουσα. Και ταίριαζε με όσα είχα υποθέσει. Φτηνή, ρηχή, με μια επίφαση κουλτούρας, ένα λούστρο που μόλις και καλύπτει την ένδεια από κάτω του. Αφέντρα, αρχηγός, σε σέρνει από το λουρί - από το ίδιο λουρί που σέρνονται όλοι οι άντρες. Κι εσύ είσαι ευτυχισμένος, ικανοποιημένος να υπακούς και να θαυμάζεις. "Περίμενα κάτι καλύτερο από κείνον", μου είπε ο φίλος μας με ύφος πικραμένο και αηδιασμένο.

Ποτέ μου θαρρώ δεν υπήρξα πιο μικρόψυχη. Χαιρέκακη, ναι, κι εκδικητική, απάντησα όσο μπορούσα πιο ευγενικά και ουδέτερα. Κανέναν δεν κατηγόρησα, κανέναν δεν έθιξα. Θα είχες τους λόγους σου, είπα, ίσως κατά βάθος να ταιριάζατε, σίγουρα κάτι θα είχε να σου δώσει.

Ναι, σίγουρα, ένα ζεστό κώλο καβαντζωμένο μονίμως στο κρεβάτι.

Άγρια χαρά.

Και θλίψη για την κατάντια μου, για τη δική σου κατάντια, για όσα θα μπορούσαμε να ήμασταν, για όσα αφήσαμε να χαθούν.

Για τη μικρότητα, δική σου και δική μου.

.

εντάξει, υπερβάλλω...

Σίγουρα πέρασε καιρός, κύλησε νερό στ' αυλάκι, και λοιπά και λοιπά.
Δεν σε σκέφτομαι πλέον όλη μέρα, αλλά δεν περνά μέρα που να μην σε σκεφτώ, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο.
Δεν σε αγαπώ πια, ούτε σε ποθώ ερωτικά, αλλά σε περιφρονώ ακόμη. Ο πόνος υποχώρησε, αλλά η οργή παρέμεινε.
Προχωρώ με αραιά άλματα. Περνώ μήνες σε μια κατάσταση, τελματωμένη θαρρείς, φαίνεται όμως πως μέσα μου κάτι ζυμώνεται, και ξαφνικά μέσα σε μια μέρα περνώ σε μια νέα κατάσταση.
Δεν υποφέρω πια, μα ούτε και χαίρομαι. Δεν είμαι δυστυχής, μα ούτε κι ευτυχής.
Πριν λίγους μήνες ξαναβρήκα τη χαρά της ζωής, μόνον όμως σε πολύ θεμελιώδες επίπεδο, σε επίπεδο ζωικών απολαύσεων: φαγητό, ζεστασιά, ένας καλός ύπνος. Μην το γελάς, δεν είναι λίγο: τα είχα χάσει όλα, και τώρα πάλι ξανάβρισκα τη γεύση, την αφή, την όσφρηση.
Εκεί έχω μείνει - δεν πάω παρακάτω.
Μου φαίνεται πως πλησιάζει η στιγμή για άλλο ένα άλμα, δεν ξέρω κατά πού, θα δείξει. Ίσως και να είναι η ιδέα μου. Ωστόσο δυο χρόνια είναι πολύς καιρός: κάτι πρέπει να γίνει πια.
Η ζωή μου είναι ήρεμη και τακτική, κι έτσι τη θέλω. Κάθε τόσο κάνω σκέψεις απόδρασης, σκέψεις επανάστασης - μα σύντομα επανέρχομαι στην τάξη: θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία, και μένα τώρα μου λείπουν και τα δυο.
Προχωρώ και μένω στο ίδιο μέρος.
Αλλάζω απαράλλακτη.

Τίποτα δεν έχει αλλάξει, και τίποτα δεν είναι όπως παλιά.