Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008

δεσμά

Ξέρεις, είμαι διεστραμμένος.




Αμηχανία. Τι εννοείς άραγε; Σε ξέρω αρκετά για να υποθέτω ότι δεν μπορεί να είσαι πραγματικά ανώμαλος, από την άλλη δεν σε ξέρω αρκετά ώστε να νιώθω τελείως ασφαλής μαζί σου. Σε έχω συναντήσει μονάχα μια φορά. Αλλά ήταν αρκετό για να δω ότι η τρυφερότητα και η συνέπεια έρχονταν πρώτα, ακόμη και το πάθος ερχόταν μετά.




Τι εννοείς διεστραμμένος;




Μου αρέσει να παίζω με το μυαλό... να δένω το μυαλό με σκέψεις, να παίζω με την υποταγή και την επιβολή, με την παθητικότητα και την κυριαρχία. Μου αρέσουν τα παιχνίδια... δεσίματα στο σώμα και στο νου. Θα ήθελα να σε δέσω, να σε έχω μπροστά μου ακίνητη, παραδομένη, υποταγμένη... και να ξέρω ότι το απολαμβάνεις αυτό.




Φρικάρισα και σου το είπα. Μου ζήτησες συγγνώμη, μου μίλησες τρυφερά, μου είπες να ξεχάσουμε αν θέλω αυτό το παιχνίδι. Ο φόβος και ο θυμός μου εξανεμίστηκαν και έδωσαν τη θέση τους στην περιέργεια και στην έξαψη. Σύντομα ήμουν εγώ που σε παρακαλούσα να παίξουμε.




Πόσο απέχει η φαντασίωση από την πραγματικότητα;




Στη δεύτερη συνάντησή μας είχα μαζί μου μια κουλούρα μαλακό σχοινί. Το άφησα ριγμένο στο κομοδίνο πλάι στο κρεβάτι. Ένα βλέμμα ήταν αρκετό. Με ξάπλωσες γυμνή πάνω από τα σκεπάσματα, πήρες το σχοινί στο ένα σου χέρι, ενώ με το άλλο με χάιδευες στα μαλλιά, στο πρόσωπο, στους ώμους, στο στήθος.... ήμουν ακίνητη, χαλαρή, παραδομένη.




Έδεσες τα χέρια μου μεταξύ τους περνώντας το σχοινί κάτω από το κρεβάτι. Ύστερα το τράβηξες ως τα πόδια. Οι θηλιές ήταν τόσο χαλαρές ώστε μόλις τις ένιωθα. Ωστόσο δεν μπορούσα να κινηθώ. Δεν μπορούσα να σηκωθώ. Ήμουν στο έλεός σου.




Τέντωσα το κορμί μου σε τόξο, χέρια και πόδια κολλημένα κάτω. Με άδραξες με τα δυο σου χέρια και με τράβηξες πάνω σου.




Ποτέ μου δεν θέλησα τόσο πολύ να νιώσω μέσα μου έναν άντρα όσο εσένα τότε.




Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε. Ήμουν αλλού. Όταν τραβήχτηκες, γύρισα και κοίταξα δεξιά μου, στον καθρέφτη της ντουλάπας. Συνάντησα το βλέμμα σου και ένα αδιόρατο χαμόγελο.




Άρχισες να με χαϊδεύεις αργά, σχεδόν αφηρημένα, περιπαικτικά. Κρατούσες το βλέμμα μου στον καθρέφτη. Τα δάχτυλά σου έστελναν σπίθες ηδονής σε όλο μου το σώμα. Παρακολουθούσα μαγνητισμένη τη μεταμόρφωσή μου, αυτό το μαγικό πλάσμα στον καθρέφτη, το στήθος με τις ρώγες του να υψώνονται παρακλητικά, την κοιλιά να λαχανιάζει αδημονώντας, την υγρή σχισμή του αιδοίου με το μικρό πεινασμένο γλωσσιδάκι να αποζητάει το άγγιγμά σου, πέρα από ντροπές και ενδοιασμούς, κυρίαρχο και υποταγμένο.




Είσαι υπέροχη.




Η ανάσα σου μου καίει το λαιμο.




Είσαι πανέμορφη.




Τινάζομαι με ένα απαλό βογκητό τραβώντας τα δεσμά μου.




Τα δεσμά που εσύ μου χάρισες.




Τα δεσμά που με ελευθερώνουν.




Δέσε με σφιχτά.








Δείτε την ταινία


Δέσε με του Πέδρο Αλμοδόβαρ με τους Μπικτόρια Αβρίλ και Αντόνιο Μπαντέρας


Átame de Pedro Almodóvar, con Victoria Avril y Antonio Banderas

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2008

πώς;

Πώς να σου γράψω ερωτικά χωρίς να γίνω χυδαία;

Αυτός ο γρίφος με βασάνιζε από την πρώτη σχεδόν στιγμή.

Πώς να μιλήσεις για τον έρωτα, τον ζωντανό, τον σαρκικό, χωρίς να εκπέσεις στην πορνογραφία; Όμορφες ρομαντικές φιοριτούρες, μέχρι πότε; Μέχρι πότε να μιλάς για αστέρια και λουλούδια, για φεγγάρια και τραγούδια; Μέχρι πότε να μένεις στο πνεύμα, στο μυαλό, στο συναίσθημα;

Ο έρωτας δεν είναι μουσική, δεν είναι χρώματα. Ο έρωτας είναι πείνα, είναι αγωνία, είναι άγριος πόθος. Πόθος να αγγίξω το κορμί σου, να το δαγκώσω, να το σημαδέψω, να το πάρω μέσα μου και να χαθώ μέσα του.

Στην αρχή ήταν λέξεις δειλές και ντροπαλές, ύστερα ολοένα πιο τολμηρές, κρυμμένες ωστόσο πίσω από πέπλα και παραπετάσματα. Στην αρχή ήταν υποννοούμενα, μετά εννοούμενα, μετά ξεγύμνωμα ψυχής και σώματος.

Κι όσο αφηνόμουν να κατέβω όλο και βαθύτερα τις σπείρες της ηδονικής εκείνης δίνης, τόσο καταλάβαινα πόσο απλό ήταν στην πραγματικότητα, πόσο προφανές.

Όπως ανοίγεις λίγο-λίγο το κορμί σου και το προσφέρεις, όχι όλο μονομιάς αλλά σιγά-σιγά, πρώτα ένα άγγιγμα στο μάγουλο, ένα χαμόγελο, ένα φιλί στο λαιμό, ύστερα μια βαθιά ανάσα και πλησίασμα, ύστερα ένα βογκητό, κι ύστερα χέρια που εξερευνούν τυφλά, επιτακτικά, απελπισμένα, και βλέμματα έκθαμβα και μαγεμένα, ρούχα που φεύγουν ένα-ένα, πρώτα τα κουμπιά της ζακέτας μου με λίγη αμηχανία και παιχνιδιάρικο χαμόγελο, ύστερα το πουκάμισό σου, ύστερα η φούστα μου, ύστερα κάλτσες και παντελόνι, ύστερα τα εσώρουχα, πότε; πώς; δεν πρόλαβα να καταλάβω, και ύστερα τα σώματα ελεύθερα γνωρίζονται, αγγίζονται, πλησιάζουν και απομακρύνονται...

...έτσι και οι λέξεις.

Αργά, σταδιακά, ανεπαίσθητα σχεδόν.

Αφέθηκα να αγγίξω λέξεις απαγορευμένες, όπως θα άγγιζα απαγορευμένα μέρη του κορμιού. Τόλμησα να μιλήσω για τα μύχια του κορμιού όπως θα χάιδευα τις πιο κρυφές γωνιές του. Αν ήσουν δίπλα μου θα σου ψιθύριζα στο αυτί πόσο σε θέλω και θα σου έδειχνα με το κορμί μου τη λαχτάρα μου. Ήσουν μακριά μου κι έπρεπε να σου το πω με λέξεις, λέξεις γραμμένες με μαύρο στο άσπρο της οθόνης, λέξεις που αντικαθιστούσαν τα αγγίγματα, τα παιχνίδια της σάρκας.

Λέξεις αδιανόητες, χυδαίες, πορνογραφικές, ζωγράφιζαν για μας έναν κόσμο γλυκό, τρυφερό και παθιασμένο.

Έμαθα ότι δεν υπάρχει τίποτα χυδαίο και τίποτα μικρό.

Υπάρχει μονάχα Έρωτας.

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2008

μόνη

Σπασμένα τα κομμάτια μου σκορπούν στους τέσσερις ανέμους.

Κάτι αποσπάσθηκε από εντός μου, κάτι μεγάλο και ζωτικό, κάτι αναφαίρετο.

Το κέντρο βάρους μου έχει χαθεί αμετάκλητα.

Ζω τη ζωή μου μισή, ανάπηρη.

Δακρύζω κάθε ώρα και στιγμή, πάνω από το βιβλίο που διαβάζω, πάνω από την κοτόσουπα που ανακατεύω, πάνω από το κουκλόσπιτο που παίζω με το παιδί μου. Διπλώνομαι στα δύο από τον πόνο απροσδόκητα και περιμένω να περάσει με κομμένη την ανάσα. Αναζητώ το δρόμο για να βγω από την απουσία σου. Τα μάτια μου θολά από τα δάκρυα, τα χέρια μου ατροφικά, η καρδιά ξερριζωμένη.

Είμαι χαμένη.

Μόνη.


Get Your Own Player!




Sola

de Diana Navarro


El amor tiene una barca
Que me lleva hasta el dolor

Sola, sola con mi pena
Sola triste y sola
Sola con mi pena
Con mi pena sola

Sola con mi pena
Sola triste y sola
Sola en mi amargura
Sola triste y sola
Sola, sola, sola

Pena y melancolía
Que vive en mi habitación
Sola única amiga mía

Sola, sola con mi pena
Sola triste y sola
Sola con mi pena
Con mi pena sola

Sola, sola con mi pena
Sola triste y sola
Sola en mi amargura
Sola triste y sola
Sola, sola, sola



Μόνη

της Ντιάνα Ναβάρρο


Η αγάπη είναι μια βάρκα

που με οδηγεί στον πόνο

Μόνη, μόνη με τον πόνο

μόνη και θλιμμένη

μόνη πικραμένη

μόνη και θλιμμένη

μόνη, μόνη, μόνη

Πόνος και μελαγχολία

γέμισε την κάμαρά μου

μόνη με τη μοναξιά μου

Μόνη, μόνη με τον πόνο

μόνη και θλιμμένη

μόνη με τον πόνο

με τον πόνο μόνη

Μόνη, μόνη με τον πόνο

μόνη και θλιμμένη

μόνη πικραμένη

μόνη και θλιμμένη

μόνη, μόνη, μόνη

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2008

μαρτύριο

Όσο η σχέση μου με τον άντρα μου χειροτέρευε, τόσο τα γράμματά σου γίνονταν για μένα παρηγοριά και καταφύγιο. Όταν χώρισα, μετά το μεγάλο καυγά, αφέθηκα να ακουμπήσω πάνω σου. Σου μιλούσα για όλα όσα ένιωθα, ήσουν ο φίλος μου, ο μυστικοσύμβουλος, ο εξομολογητής μου.

Και σιγά-σιγά άρχισε να παρεισφρύει στα γράμματά μας κάτι τόσο απροσδόκητο όσο και αναμενόμενο.

Στην αρχή ήσαν αδιόρατα υποννοούμενα, μικρές λέξεις και φράσεις που τρύπωναν αθώα ανάμεσα στις γραμμές. Ένα κλείσιμο ματιού, μισό χαμόγελο. Μια υποψία μέθης, ένα άρωμα πορτοκαλιάς.

- Ο άντρας μου δεν με έκανε να νιώθω όμορφη, μου έλεγε συνέχεια ότι τα μαλλιά μου είναι αχτένιστα και πετάνε τρίχες, παραπονιόταν ότι δεν φτιάχνομαι καθόλου, ότι δεν ντύνομαι ποτέ μου κομψά και περιποιημένα...
- Τα χριστούγεννα που ιδωθήκαμε ήσουν όμορφα και κομψά ντυμένη.

- Ήταν τόσο σοβαρός, τόσο βαρύς... εμένα μου αρέσει να γελάω, να κάνω τρέλες, θέλω να γελάω ξαφνικά κάθε στιγμή, ενώ μαγειρεύω, ενώ δουλεύω, ακόμη και ενώ κάνω έρωτα!
- Είναι τόσο όμορφη αυτή η εικόνα σου, να γελάς ξαφνικά... θα ήθελα να τη δω κάποια στιγμή!

- Πάει καιρός που δεν απολαμβάνω τη ζωή μου, δεν βρίσκω χαρά πουθενά, έχουν χαθεί τα χρώματα, τα αρώματα, οι μουσικές....
- Σε φαντάζομαι ξαπλωμένη σε ένα ανάκλιντρο, σε μια ταινία τύπου Καλιγούλα, να απολαμβάνεις τη ζωή... θέλω να παίξω κι εγώ σε αυτήν την ταινία!

Ένιωθα την έλξη να με ζεσταίνει και να λιώνει τον πάγο χαμηλά στην κοιλιά μου. Αγωνιούσα για κάθε γράμμα σου, αδημονούσα να χτενίσω τις προτάσεις για να ανακαλύψω μέσα τους εκείνα τα ελάχιστα ψήγματα αστρόσκονης.

Μια μέρα δεν άντεξα άλλο.

Κάθησα και σου έγραψα ένα τεράστιο γράμμα όπου ξεδίπλωνα όλη μου την αγωνία, όλη μου τη λαχτάρα να αγαπήσω και να αγαπηθώ γι' αυτό που είμαι, να νιώσω γυναίκα απέναντι σε έναν άντρα, να ερωτευτώ και να με ερωτευτούν.

Να ερωτευτώ για μια φορά στη ζωή μου με ανταπόκριση.

- Γνωρίζω από καιρό ότι έχω ανάγκη να αρέσω. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια δεν παίρνω από πουθενά το μήνυμα ότι αρέσω, ότι είμαι όμορφη, ότι είμαι ελκυστική. Μόνον από τις φίλες μου, και όπως καταλαβαίνεις δεν είνα το ίδιο. Από τα γράμματά σου σχημάτισα την εντύπωση ότι με φλερτάρεις. Κάθησα και διάβασα όλα σου τα γράμματα και απομόνωσα κάποιες ατάκες που μου δίνουν αυτήν την εντύπωση. Βέβαια ξέρω ότι μια φράση έξω από το πλαίσιο που γράφτηκε αλλάζει νόημα.... Αν έκανα λάθος, με συγχωρείς, δεν θέλω να σε φέρω σε δύσκολη θέση. Ξέρω ότι είσαι παντρεμένος και ότι δεν έχεις την πρόθεση να χωρίσεις. Αν όμως κατάλαβα σωστά, και αν το θέλεις κι εσύ, μπορούμε να μπούμε σε ένα παιχνίδι.... μέσα από τα γράμματα. Μπορείς να προχωρήσεις όσο θέλεις, όσο αισθάνεσαι άνετα, δεν ριψοκινδυνεύεις τίποτε, άλλωστε όλα γίνονται διαδικτυακά, ετεροχρονισμένα και αποστειρωμένα.

Το εικοσιτετράωρο που πέρασε μέχρι να έρθει η απάντησή σου ήταν το πιο γλυκό μαρτύριο που έζησα ποτέ μου. Ακόμη και τώρα, μετά από δύο χρόνια σχέσης και δύο μήνες πόνου, στη θύμηση εκείνης της μέρας το σώμα μου ξυπνά.

Τριγυρνούσα όλη μέρα σε όλο το σπίτι χαμένη, υπνοβατώντας με ανοιχτά τα μάτια, ταξιδεύοντας στο όνειρο. Οι ρώγες του στήθους μου τεντώνονταν τόσο που πονούσαν και διαγράφονταν ανάγλυφες στη μπλούζα, μικρά παρακλητικά κεράσια. Μια γλυκιά ζέστη απλωνόταν από την κοιλιά μου σε όλο μου το σώμα, ναρκώνοντας το μυαλό και διεγείρωντας τις αισθήσεις. Ένιωθα το κυλοτάκι μου να μουσκεύει συνέχεια και τον πόθο να με καίει. Άνοιγα κάθε τόσο το λογαριασμό μου να δω αν είχα γράμμα σου.

Έμεινα στην κατάσταση αυτή ώρες ολόκληρες.

Ποτέ μου δεν έχω νιώσει τόσο ηδονικό βασανιστήριο.

Ακόμη και τώρα που σου γράφω, τόσον καιρό και τόσο δρόμο αργότερα, το σώμα μου ξυπνάει, ερεθίζεται, ζεσταίνεται, τεντώνεται, υγραίνεται, σε αποζητάει.

Ακόμη και τώρα, τόσο πόνο και τόσο μίσος και τόσο κλάμα μετά, η σκέψη σου αρκεί για να με ερεθίσει.

- Είσαι απίθανη! Μεθοδική και καταπληκτική! Φυσικά και σε φλέρταρα, απλά δεν ήξερα πώς μπορεί να αισθάνεσαι εσύ με αυτό. Ήθελα να το προχωρήσω μόνον όσο εσύ θα ένιωθες άνετα. Δεν μπορώ να σου προσφέρω τίποτα, το ξέρεις, είμαι παντρεμένος και ζω τόσα χιλιόμετρα μακριά σου, δεν είναι ό,τι καλύτερο για σένα...

Αφέθηκα να ταξιδέψω στον ωκεανό που ανοίχτηκε ξαφνικά μπροστά μου.

Σε όλη μου τη ζωή, είναι ζήτημα αν συνάντησα δύο άντρες που να ένιωθα ότι μπορούσα να εμπιστευτώ, ότι μπορούσα να ερωτευτώ. Άντρες που να μην έχουν ανάγκη να το παίζουν άντρες, άντρες που να σέβονται τη γυναίκα στην ουσία και όχι στους τύπους, άντρες που να εκτιμούν την ευφυία, την ειλικρίνεια και την ελευθερία στη σύντροφό τους.

Αφέθηκα να παρασυρθώ από τη λαχτάρα μου να ερωτευτώ.

Και άξιζες να σε ερωτευτώ.

Ό,τι κι αν συνέβη πριν και μετά.

Άξιζες κάθε γέλιο και κάθε δάκρυ που μου πήρες.

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008

κατοπτρισμοί


κοιτάζομαι στον καθρέφτη


βλέπω μιαν άγνωστη


βλέπω τον εαυτό μου

γυάλινο και μακιγιαρισμένο

the mirror crack'd from side to side

Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2008

παραφράζοντας τον Λόρκα

"Ay que trabajo me cuesta, el quererte como te quiero! Por tu amor me duele el aire, el corazón y el sombrero..."
"Αχ, πόσο μου στοιχίζει να σ' αγαπώ τόσο πολύ!
Για την αγάπη σου με πονά ο αέρας, η καρδιά και το καπέλο..."

Federico García Lorca,
"Es verdad", del Primer romancero gitano



Μου λείπεις τόσο πολύ που πονάει.

Μου λείπεις τόσο που η σκέψη σου με μαχαιρώνει.

Μου λείπεις τόσο πολύ που με πονάει ως και ο αέρας που αναπνέω.

Θέλω τόσο πολύ να ακούσω τη φωνή σου, να διαβάσω έστω δυο γραμμές γραμμένες με τα χέρια σου. Απλώνω το χέρι μου στο πληκτρολόγιο να σου γράψω, ο δείκτης του ποντικιού πλησιάζει τη διεύθυνσή σου στο ευρετήριο, και τελευταία στιγμή τραβιέται πίσω.

Με συγκρατεί μονάχα η γνώση ότι για ένα κόκκο χαράς θα πληρώσω με ποτάμια οδύνης από την καρδιά μου που αιμορραγεί.

Ας γινόταν να βρεθώ πάνω από τον ώμο σου αόρατη, μια μικρή λιβελούλα πολύχρωμη και βουερή, να κλέψω μια στιγμή από τη ζωή σου, από την όψη σου, από το χαμόγελό σου, χωρίς να νιώσω πάνω μου το βλέμμα σου!



Σ' ακολουθώ

Σ' ακολουθώ στην τσέπη σου γλιστράω
σαν διφραγκάκι τόσο δα μικρό
Σ' ακολουθώ και ξέρω πως χωράω
μες στο λακάκι που 'χεις στο λαιμό

Έλα κράτησέ με και περπάτησέ με
μες στο μαγικό σου το βυθό
πάρε με μαζί σου στο βαθύ φιλί σου
μη μ' αφήνεις μόνο θα χαθώ

Σ' ακολουθώ και πάνω σου κολλάω
σαν φανελάκι καλοκαιρινό
Σ' ακολουθώ σ'αγγίζω και πονάω
κλείνω τα μάτια και σ' ακολουθώ

Στίχοι και μουσική: Μάνος Λοΐζος
Τραγουδά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου


Get Your Own Player!

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2008

κατώφλι

Αυτό που με κέρδισε ήταν το μυαλό σου.

Όλα τα άλλα ήρθαν αργότερα.

Το πρώτο που γνώρισα ήταν οι σκέψεις σου. Μικρά μαύρα γράμματα στο λευκό φόντο της οθόνης. Σκέψεις που έτρεφαν τις δικές μου, που τις αγκάλιαζαν με ενθουσιασμό και ταξίδευαν μαζί τους.

Μαζί σου μπορούσα να Μιλήσω, μπορούσα να Μοιραστώ όσα γεννούσε το μυαλό μου, χωρίς να χρειάζεται ούτε να τα λογοκρίνω, ούτε να τα ερμηνεύσω, να τα απλουστεύσω, να τα κατακερματίσω για να μπορέσει να τα συλλάβει μια διάνοια λίγα σκαλιά πιο κάτω από τη δική μου.

Μαζί σου ένιωθα ίσος προς ίσον.

Ο νους μου αναμετριόταν με το δικό σου και εύρισκε έναν άξιο αντίπαλο, έναν άξιο συνοδοιπόρο.

Μα ο νους είναι το κατώφλι της ψυχής.

Πέρασα το κατώφλι αυτό και μπήκα στην ψυχή σου.

Ήταν τόσο εύκολο να μιλώ σε σένα! Ήξερες να ακούς με τόση αποδοχή, με τόση ηρεμία, με τόση γλύκα! Η υπομονή σου άνοιξε τη μία μετά την άλλη τις κλειδωμένες πόρτες της μνήμης μου. Ξεδίπλωσα το ένα μετά το άλλο τα τυλιγμένα φύλλα της καρδιάς μου. Ξετύλιξα τον εαυτό μου στα πόδια σου όπως ξετυλίγουν το ένα πάνω στο άλλο τα χαλιά οι ανατολίτες έμποροι.

Μπορούσα επιτέλους να μιλήσω με έναν Άντρα.

Πόσο διαφορετικό ήταν!

Είχα συνηθίσει να εμπιστεύομαι γυναίκες, να μοιράζομαι σκέψεις, αισθήματα, όνειρα, με γυναίκες. Λάτρευα το γυναικείο σώμα, τη γυναικεία ψυχή. Οι άντρες στροβιλίζονταν μακριά, στην περιφέρεια της ζωής μου, πλάσματα ανόητα και ακατανόητα.

Μα εσύ... εσύ ήσουν Διαφορετικός, εσύ ήσουν Ξεχωριστός.

Και ξεδιπλώθηκες κι εσύ στα πόδια μου, μέρα τη μέρα, μήνα το μήνα, μικρά μαύρα γράμματα πάνω στο λευκό της οθόνης. Και πήρα τη φοβισμένη σου καρδιά και τη ζέστανα στη χούφτα μου και στην ξανάδωσα πίσω λεύτερη και δυνατή.

Έτοιμη να πετάξει μακριά μου στο πρώτο της φτερούγισμα.

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008

χέρια αρπακτικού

σε γυρεύω με λαχτάρα

τα χέρια μου γλιστρούν πάνω σε τζάμι


σε προσμένω με αγωνία

η άμμος κυλά ανάμεσα στα δάχτυλά μου


σε αρπάζω απελπισμένα

μια χούφτα αέρας η μορφή σου


no longer can you feel me

you are beyond my grasp

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2008

θαυμαστός καινούριος κόσμος

Από τότε που έφυγες, το ερωτικό μου κομμάτι έχει στεγνώσει, έχει συρρικνωθεί, έχει ατροφήσει - ή μήπως ακρωτηριάστηκε; Μήπως το χτύπημα ήταν τόσο βαρύ και τόσο βαθύ ώστε το απόκοψε από τη ρίζα του, και ποτέ πια δεν θα το ξαναβρώ;

Φαντασιώνομαι εκδίκηση, βασανιστήρια, τιμωρία.

Βουλιάζω απολαυστικά στο βούρκο του μίσους, της ζήλιας, του φθόνου, αισθήματα πρωτόγνωρα, πάθη αδιανόητα. Ένα άγνωστο τέρας αναδύεται στην ψυχή μου. Γνωρίζω τις πλέον απόκρυφες και σκοτεινές πτυχές της ύπαρξής μου.

Σε σκέφτομαι μαζί της να γελάτε ευτυχισμένοι οι δυο σας και στο μυαλό μου κυλάει δηλητήριο πράσινο, πηχτό σαν αίμα. Παίζω και ξαναπαίζω στην οθόνη μέσα μου σενάρια γεμάτα καυστικές ατάκες, οργισμένα ξεσπάσματα, ψυχρή χαιρεκακία.

Σιχαίνομαι τον εαυτό μου και απολαμβάνω.

Αγάπη μου, χάρη σε σένα γνωρίζω ένα θαυμαστό καινούριο κόσμο.

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2008

μετά

Κοίταξα έξω από το παράθυρο του ξενοδοχείου.

Η θάλασσα γκρίζα, γαλήνια, τα σύννεφα χαμηλά και φιλικά.

Πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα τέτοια πληρότητα, τέτοια γαλήνη, τέτοια ασφάλεια. Πρώτη φορά στη ζωή μου δόθηκα τόσο ολοκληρωτικά. Πρώτη φορά εμπιστεύτηκα απόλυτα. Σου πρόσφερα τον εαυτό μου ολόκληρο, τον εαυτό μου τον μισό, τον πονεμένο, και μου τον ξανάδωσες πίσω γιατρεμένο.

Η μουσική σε ενοχλούσε, δεν ήθελες καφέ, το παγωτό έλιωσε, το κερί έσβησε.

Η δική μας φλόγα άναψε και σιγοκαίει ακόμη μέσα μου άσβεστη.

Τα χέρια σου να με εξερευνούν διστακτικά, επιτακτικά, ακόρεστα, λατρευτικά.

Σκόρπιες λέξεις και εικόνες.

Σκυμμένος ανάμεσα στα πόδια μου με γλείφεις και μου λες,
- Α, πόσα χρόνια είχα να κάνω κάτι τέτοιο!

Μπαίνεις μέσα μου από πίσω για δεύτερη φορά - ή μήπως τρίτη;
Με κρατάς σφιχτά πάνω σου λίγο πριν τελειώσεις,

- Παράτησα τη γυναίκα μου για σένα!

Γλείφουμε τα βουτηγμένα στη μαρμελάδα αμαρτωλά μας χέρια, άτακτα παιδιά.

Και πάνω απ' όλα γελάμε, γελάμε!

Πόσο αγαπώ να γελάμε μαζί!

Πόσο αγαπώ να κάνουμε έρωτα, να σταματάμε, να κουβεντιάζουμε, να ξανακάνουμε έρωτα, και ενώ κάνουμε έρωτα να μιλάμε, να γελάμε, να παίζουμε, να παθιαζόμαστε, να χανόμαστε και να ξαναβρισκόμαστε, ηθοποιοί, θεατές και σκηνοθέτες.

Στο δρόμο της επιστροφής οι σκέψεις μου είναι ναρκωμένες. Αιωρούμαι μέσα σε ένα απαλό σύννεφο, γλιστρώ μαλακά πίσω στην πραγματικότητα. Στον ορίζοντα του μυαλού μου σκάνε πολύχρωμα πυροτεχνήματα, σβήνουν και σκορπούν αργά στο βάθος.

Όπου πηγαίνω σε κουβαλώ μέσα μου.

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

παρθενική πτήση

Η πρώτη μας συνάντηση.


Άρχισα τις ετοιμασίες μέρες, εβδομάδες πριν. Προγραμματισμός, συνεννοήσεις, κρατήσεις σε αεροπλάνα και σε ξενοδοχεία, ραντεβού στο κομμωτήριο.


Τι ρούχα να φορέσω; Κάτι κολακευτικό αλλά όχι πολύ προκλητικό, κάτι θηλυκό αλλά όχι πρόστυχο. Α, και να βγαίνουν εύκολα. Και εσώρουχα; Να είναι σέξυ αλλά όχι πουτανέ, να αναδεικνύουν το σώμα μου χωρίς να το αποκαλύπτουν, και να μπορώ να τα κάνω όλα και χωρίς να τα βγάλω.


Ναι, νιώθω αμηχανία για το σώμα μου. Αυτό το ταλαίπωρο, τυραννισμένο σώμα, αυτό το σώμα το κουρασμένο από μια πορεία σαράντα χρόνων, δυο γέννες, δέκα μήνες θηλασμού και μια εξωμήτρια κύηση, με μια ουλή σκαμμένη στη ρίζα της κοιλιάς μου, εκεί ακριβώς που αρχίζουν οι τρίχες του εφηβαίου.


Το κόκκινο κορμάκι. Μάλλον κομπιναιζόν θα το έλεγα. Ελαστικό, εφαρμοστό, κόκκινη δαντέλα να αγκαλιάζει παιχνιδιάρικα το σώμα μου, αφήνοντας να φαίνονται αρκετά και να υπονοούνται ακόμη περισσότερα. Ανοιχτό από κάτω επιτρέποντας τα παιχνίδια. Το κόκκινο κορμάκι λοιπόν, και ένα μαύρο δαντελένιο κυλοτάκι.



Κόκκινη μακριά φούστα με σκίσιμο στο πλάι και ένα μαύρο λεπτό ζακετάκι φορεμένο κατευθείαν πάνω από τα εσώρουχα. Μακριές μαύρες κάλτσες με σιλικόνη. Παπούτσια μαύρα ψηλοτάκουνα.


Στο κομμωτήριο έμεινα πέντε ώρες. Defriz, ρολά, σεσουάρ, μανικιούρ, χτένισμα. Απόλυτη χαλάρωση.


Αφέθηκα στα χέρια των κοριτσιών, αφέθηκα να με φροντίσουν, να με περιποιηθούν, να με κανακέψουν. Ίσως για πρώτη φορά στη ζωή μου. Αφέθηκα να με ετοιμάσουν σαν παρθένα νύφη για να δοθεί στον άντρα που την περιμένει, στον άντρα που περιμένει εκείνη μια ζωή, υφαίνοντας τα όνειρά της.


Τη μεγάλη μέρα έφυγα νωρίς από το σπίτι με εκδρομικά ρούχα. Στο πάρκινγκ του αεροδρομίου έβγαλα το τζην και τα αρβυλάκια και μεταμορφώθηκα. Έβγαλα από το σακίδιο την αμφίεση. Μακιγιάζ στις τουαλέτες. Κόκκινο κραγιόν της φωτιάς, μαύρο eyeliner, μαύρη μάσκαρα, φυσικοί τόνοι στις σκιές.



Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη.


Ποια ήμουν;


Άραγε υποδυόμουν έναν ρόλο ή απενδυόμουν έναν άλλον;


Ίσως και τα δύο.


Στο ξενοδοχείο ζήτησα δωμάτιο για μια μέρα. Ένας άντρας δίπλα μου στη ρεσεψιόν κάρφωσε το βλέμμα του πάνω μου και με κοίταξε μαγνητισμένος με ελαφρύ χαμόγελο.


Ήμουν ελκυστική.


Ήμουν θηλυκή.


Ήμουν όμορφη.


Όταν βρέθηκα στο δωμάτιο ξεδίπλωσα το σκηνικό. Ένα πορτοκαλί μαντίλι με χάντρες ριγμένο στη μια μεριά του καθρέφτη. Ένα walkman με μια κασσέτα των Asian Fusion. Ένα κερί με άρωμα τριαντάφυλλου. Παγωτό σοκολάτα στο ψυγείο – το αγαπημένο σου. Γκαζάκι, μπρίκι, φλιτζάνι, καφές. Θέλω τον καφέ που θα πιούμε μετά να τον φτιάξω με τα χέρια μου.



Κοιτάζω έξω από το παράθυρο και περιμένω.


Ο νους μου άδειο δοχείο δεκτικό.


Τρία ελαφριά χτυπήματα στην πόρτα.


Καλωσήλθες.